Τα άνω φύλλα αγγίζουν το μίσχο, ενώ τα χαμηλότερα έχουν δικό τους κοντό κοτσάνι. Οι κοτυληδόνες είναι μακρόστενες, με λείες άκρες. Τα πρώτα όμως αληθινά φύλλα έχουν λοβούς και το ζιζάνιο έχει ινώδες ριζικό σύστημα. Οι μίσχοι είναι ορθοί, με κλαδιά, άτριχοι, ενώ το ύψος τους κυμαίνεται από 10 έως 50 εκ. Τα άνθη φύονται σε ταξιανθίες, και κάθέ κεφαλή άνθους αποτελείται από πολλά δισκοειδή άνθη. Οι κεφαλές είναι κίτρινες με μήκος 0,6-1,25 εκ. Το αχαίνιο είναι κόκκινο-καφέ με απαλό λευκό χνούδι που ενισχύει τη διάδοση δια του ανέμου. Η περίοδος ανθοφορίας εκτείνεται από το Μάη μέχρι τον Οκτώβρη.
Οταν ωριμάζουν οι σπόροι του καλύπτονται από ένα λευκό υλικό σα βαμβάκι, που λέγεται pappus. Αυτό του το χαρακτηριστικό, δίνει στο σπόρο τη δυνατότητα να διανύει μεγάλες αποστάσεις με τον άνεμο.
Το αποκαλούν μουλαρόχορτο, επειδή το τρώνε τα μουλάρια καθώς περνούν από εκεί που φυτρώνει -πλάι στους δρόμους και τα μικρά μονοπάτια.
Είναι δηλητηριώδες, και στην Αγγλία το μαζεύουν πριν αφήσουν τα ζώα για βοσκή.
Παρ’ όλο που χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα ως φάρμακο για δυσμηνόρροια και αμηνόρροια, σήμερα λόγω τοξικότητας δεν χρησιμοποιείται ούτε στην Ιατρική ούτε στο μαγείρεμα.
Μελισσοκομική αξία: Δεδομένης της εποχής που ανθίζει, η ύπαρξή του είναι σημαντική για τις μέλισσες που το επισκέπτονται και συλλέγουν την γύρη του.